Το Ανεύρυσμα Θωρακικής Αορτής είναι μια τοπική διάταση του θωρακικού τμήματος της αορτής, λόγω εξασθένησης του αορτικού τοιχώματος. Η αορτή είναι το κύριο και μεγαλύτερο αιμοφόρο αγγείο-αρτηρία (~2εκ. διάμετρος) που κατευθύνει την κυκλοφορία του αίματος από την καρδιά στο υπόλοιπο σώμα. Ξεκινάει από την καρδιά και εκτείνεται προς τα πάνω (ανιούσα θωρακική αορτή), κατόπιν ακολουθεί καμπύλη πορεία (αορτικό τόξο) και στρέφεται προς τα κάτω (κατιούσα θωρακική αορτή) για να καταλήξει στην κοιλιά (κοιλιακή αορτή). Στην πύελο η αορτή διχάζεται στη δεξιά και αριστερή λαγόνιο αρτηρία που τροφοδοτούν την κυκλοφορία προς τα πόδια. Το αορτικό ανεύρυσμα, μπορεί να αναπτυχθεί οπουδήποτε κατά μήκος της αορτής και η ονομασία του εξαρτάται από τη θέση που βρίσκεται. Έτσι, τα ανευρύσματα θωρακικής αορτής μπορεί να είναι ανευρύσματα ανιούσης θωρακικής αορτής, αορτικού τόξου ή κατιούσης θωρακικής αορτής. Στη περίπτωση που περιλαμβάνουν και την κοιλιακή αορτή, τότε πρόκειται για θωρακοκοιλιακά ανευρύσματα.

Τα θωρακικά ανευρύσματα δεν είναι τόσο συχνά όσο ανευρύσματα της κοιλιακής αορτής. Η ανιούσα θωρακική αορτή είναι η πιο συχνή θέση ανάπτυξης θωρακικών ανευρυσμάτων, ακολουθεί η κατιούσα θωρακική αορτή και μετά το αορτικό τόξο.

 

Ανεύρυσμα Θωρακικής Αορτής

Τα θωρακικά ανευρύσματα μπορεί να ποικίλουν σε μέγεθος και όσο μεγαλώνουν υπάρχει αυξανόμενος κίνδυνος να ραγούν. Το ανεύρυσμα θωρακικής αορτής μπορεί να αντιμετωπιστεί είτε συντηρητικά με φάρμακα όταν είναι μικρό, είτε επειγόντως όταν έχει ραγεί. Πιο συχνά όμως διαγινώσκεται έγκαιρα και αν έχει φτάσει ένα ανώτατο όριο μεγέθους (5.5-6 εκατοστά) χειρουργείται για την πρόληψη της ρήξης. Η χειρουργική επέμβαση θα πρέπει να πραγματοποιείται μόνο αν κριθεί απόλυτα απαραίτητη, καθώς τα μικρού μεγέθους ανευρύσματα θωρακικής αορτής των οποίων ο ρυθμός ανάπτυξης είναι αργός, μπορεί να μην μεγαλώσουν ποτέ για να ραγούν. Αντιθέτως, στα μεγάλα και με ταχεία ανάπτυξη ανευρύσματα θωρακικής αορτής ο κίνδυνος ρήξης είναι αυξημένος.

Το ανεύρυσμα θωρακικής αορτής είναι μια πολυπαραγοντική νόσος όπου σημαντικό ρόλο παίζει η κληρονομικότητα. Η αθηροσκλήρωση (σκλήρυνση των αρτηριών) αποτελεί επίσης σημαντικό παράγοντα ανάπτυξης και δημιουργίας ανευρύσματος θωρακικής αορτής καθώς αποδυναμώνει το αορτικό τοίχωμα. Η αθηροσκλήρωση είναι συνήθως απόρροια του καπνίσματος, της υψηλής αρτηριακής πίεσης (υπέρταση), της υψηλής χοληστερόλης (υπερχοληστερολαιμία) και της ηλικίας (>60 ετών). Τα αορτικά ανευρύσματα είναι συχνότερα στους άντρες και μπορούν να εμφανιστούν χωρίς υπόστρωμα αθηροσκλήρωσης στις παρακάτω περιπτώσεις:

  • Κληρονομικότητα (συγγενείς πρώτου βαθμού με ανεύρυσμα αορτής)
  • Κυστική εκφύλιση μέσου χιτώνα (νέκρωση του τοιχώματος). Πρόκειται για αποδόμηση του αορτικού τοιχώματος και αποτελεί την πιο κοινή μορφή ανευρύσματος θωρακικής αορτής
  • Συγγενείς ανωμαλίες όπως κληρονομική αδυναμία του τοιχώματος των αγγείων (διαταραχές συνδετικού ιστού): σύνδρομο Marfan, σύνδρομο Ehlers Danlos, σύνδρομο Turner και πολυκυστική νόσος των νεφρών.
  • Άλλες συγγενείς ανωμαλίες: διγλώχινα αορτική βαλβίδα, στένωση του ισθμού της αορτής
  • Λοίμωξη (αορτίτιδα)
  • Τραύμα