Τα ανευρύσματα κοιλιακής αορτής πρέπει να θεραπεύονται εγκαίρως ώστε να αποφευχθούν επιπλοκές, όπως η ρήξη που συνοδεύεται από πολύ υψηλά ποσοστά θνητότητας. Η θεραπευτική αντιμετώπιση του ανευρύσματος της κοιλιακής αορτής εξαρτάται από πολλούς παράγοντες όπως το μέγεθος και το ρυθμό αύξησης του ανευρύσματος, την ανατομία του ανευρύσματος, τα συμπτώματα και τη φυσική κατάσταση του ασθενούς. Τα μικρότερα ανευρύσματα διαμέτρου κάτω των 5εκ. έχουν πολύ μικρό κίνδυνο ρήξης και επειδή ο κίνδυνος πιθανών επιπλοκών κατά τη χειρουργική αποκατάσταση είναι μεγαλύτερος από τον κίνδυνο ρήξης, η χειρουργική αποκατάσταση δεν συνιστάται. Τα μικρά ανευρύσματα κάτω των 5 εκ. παρακολουθούνται κάθε 6 μήνες με υπερηχογράφημα και επί ενδείξεων με αξονική αγγειογραφία (CTA). Το ανεύρυσμα δεν εξαλείφεται ούτε μπορεί να μικρύνει με φαρμακευτική αγωγή, ωστόσο με την αλλαγή του τρόπου ζωής και την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή μπορεί να επιτευχθεί επιβράδυνση της ανάπτυξής του. Σπάνια ένα μικρό ανεύρυσμα (4-5εκ) μπορεί να απαιτεί χειρουργική επέμβαση. Αυτό ισχύει μόνο στις περιπτώσεις ταχείας δάτασης του ανευρύσματος, εκδήλωσης συμπτωμάτων (πχ. πόνος) ή λόγω σακοειδούς σχήματος (έναντι ατρακτοειδούς) το οποίο υποδηλώνει υψηλό κίνδυνο ρήξης.
Τα ανευρύσματα κοιλιακής αορτής διαμέτρου μεγαλύτερης από 5-5,5 εκ. θεωρούνται μεγάλα και χρήζουν χειρουργικής αντιμετώπισης. Η επιλογή της προληπτικής, μη επείγουσας, αντιμετώπισης ποικίλει ανά ασθενή, λαμβάνοντας υπόψη όλους τους παραπάνω παράγοντες. Σε περίπτωση ωστόσο ρήξης του ανευρύσματος, απαιτείται η επείγουσα ανοιχτή ή ενδαγγειακή αντιμετώπιση προκειμένου o ασθενής να διατηρηθεί στη ζωή.